
Τι με έπιασε απογευματιάτικα να ακούσω Modern Talking;
Αυτό το απροσδιόριστο συγκρότημα, με τα απροσδιορίστου φύλου μέλη με αγέρωχες φράντζες και ενδυματολογικά τερατουργήματα; Αυτό το συγκρότημα που όταν ακούγεται στα πάρτυ το πλήθος σύσσωμο αλαλάζει "ΜΠΡΟΔΕΡ ΛΟΥΙ ΛΟΥΙ ΛΟΥΙ!";Ο μελαχροινός Modern Talking τώρα που τον ξαναβλέπω μου θυμίζει το παγωμένο και σνομπ βλέμμα της αχώνευτης συγκατοίκου της κολλητής μου, της Τζούλης και με πιάνουν γέλια.
Προφανώς με έχει πειράξει η κλεισούρα στο σπίτι. Προφανώς πρέπει να βγω. Και θα το κάνω, οπωσδήποτε. Η κατάσταση χαρακτηρίζεται ως επικίνδυνη,καθότι δεν έχουμε απόκριες για να με δικαιολογήσω και επίσης δεν μπήκα ακόμη στη μηχανή του χρόνου.Αλλά μέχρι να βγω από το σπίτι βάζω στο Youtube, πρώτα για το You Can Win If You Want, που είναι ιδιαίτερα αισιόδοξο χαζοτράγουδο.
Ακούω προσπαθώντας να μην φέρνω στο μυαλό μου εικόνες της εποχής εκείνης, όχι γιατί είναι πολύ μακρινή, το μακρινό είναι σχετικό πάντα, αλλά γιατί το τώρα είναι πάντα το ζητούμενο. Δεν τα καταφέρνω όμως αφού το επόμενο τραγούδι στα δεξιά της οθόνης με καλεί να ακουμπήσω το βελάκι πάνω του και να κάνω ένα γενναίο δεξί κλικ. Και το κάνω.
Atlandis is calling, S.O.S for love και ένα περασμένο καλοκαίρι έρχεται μπροστά στα μάτια μου. Είναι μαγικό πώς η μουσική και τα αρώματα σε γυρίζουν τόσο πίσω όσο καμία διήγηση και φωτογραφία δεν μπορεί.
Θα πας στα ξαδέλφια σου,αποφασίζει η μητέρα μου και με πακετάρει για Ρόδο. Χρυσή εποχή τότε εκεί, ξαπλώστρες και φίσκα στους τουρίστες να μεθοκοπούν στην Παλιά Πόλη με αγνότητα που σήμερα δύσκολα πιστεύεις ότι υπήρξε. Water Slides στο Φαληράκι, κοκτέιλ στα καφέ των ξενοδοχείων, σαμπό και ανεμελιά στις παραλίες. Το Ενυδρείο γεμάτο κόσμο και κάπου εκεί κι εγώ να τοποθετώ δύσκολα την ψάθα μου παρατηρώντας έκπληκτη τον κόσμο των ενηλίκων στον οποίο θα ανήκω σε μερικά χρόνια.
Οι εξαδέλφες δουλεύουν σε ρεσεψιόν ξενοδοχείου και παίρνουν πού και πού κι εμένα μαζί να κάνω εξάσκηση στα Αγγλικά μου, μέχρι να έρθει να με πάρει για βόλτες και μπάνια ο συνομήλικος ξάδελφος. Το ξενοδοχείο είναι γεμάτο με κατάξανθα κεφάλια που με δυσκολία προσπαθούν να αρθρώσουν το "Καλημέρα-Καλησπέρα" στις Ελληνίδες ρεσεψιονίστ. Όταν μας βλέπουν στο καφέ μας καλούν στα τραπέζια τους και ξαφνικά, από την απόλυτα άχαρη και μοναστική πρώιμη εφηβεία μου βρίσκομαι ανάμεσα σε ευρωπαίους φίλους διαφόρων ηλικιών. Ανάμεσα σε οικογένειες ατίθασα μωρά με υπέροχες κόκκινες φακίδες, σε δίμετρες καλλονές που εντείνουν την εβηφική μου ανασφάλεια και σε νέους άντρες που παραγγέλλουν μπύρες σχεδόν από το πρωί.
Δεκαπέντε ημέρες είναι αυτές που θα μείνω στη Ρόδο και μέσα σ' αυτές έχω γνωρίσει το μισό ξενοδοχείο. Μαζί και ο εξάδελφος που κυριολεκτικά έχει αγαθιάσει από τα κάλλη των Βορείων Γυναικών. Σιγά σιγά διαμορφώνεται μια πιό σταθερή παρέα με τους Ισλανδούς τουρίστες, που είναι πολύ απλοί, ευθείς και προσιτοί. Κανονίζουμε και πηγαίνουμε για μπάνιο όλοι μαζί τα πρωινά, για καφέ το απόγευμα και συχνά-πυκνά με τη συνοδεία της μεγαλύτερης εξαδέλφης σε κάποια disco στην Ιξιά.
Έχουν περάσει πολλά χρόνια και δεν θυμάμαι πώς με προσέγγισε ακριβώς ο πρώτος και (μέχρι σήμερα τελευταίος) μεγαλύτερος από μένα άντρας της ζωής μου. Ήταν 20 χρονών, είχε έντονα πράσινα μάτια, όμορφο δεν τον έλεγες, είχε ένα παράξενο όνομα, Φούζι, και ίσια ξανθά μαλλιά. Έκανε παρέα με τον Άρνι, που η μεγαλύτερη εξαδέλφη μου επέμενε να τον φωνάζει Αρνί, και άλλους τρεις συνομήλικους φίλους που καθόλου δεν ανακαλώ τα Ισλανδικά τους ονόματα. Θυμάμαι όμως ξεκάθαρα τη φιλικότητά τους, τα καθαρά τους πρόσωπα, τα δυνατά τους γέλια. Την ευκολία για την οποία μιλούσαν για τη ζωή τους στην Ισλανδία, τα επαγγέλματά τους, που ήταν ή ξυλουργοί ή ψαράδες και τις άπειρες ποσότητες μπύρας που κατανάλωναν ευτυχισμένα.
Ο Φούζι ήταν κι αυτός ψαράς. Και από την Ισλανδία. Καθόλου ρομαντικό επάγγελμα και καθόλου κοντινή χώρα για ρομάντζα.Κι εγώ άπειρη και άχαρη έφηβη. Αρχίσαμε να μιλάμε περισσότερο, μου έλεγε πώς περνούν στην καθημερινότητά τους εκεί, πόσο τυχερούς μας έβρισκε εδώ με τον τόσο ευλογημένο καιρό, αλλά όχι, δεν θα άφηνε εύκολα τη χώρα του. Μου μιλούσε για την κοινωνία, πόσο διαφορετικά δομημένη είναι, για τα λίγα επαγγέλματα με τα οποία μπορούσαν να ασχοληθούν οι νέοι και για τις γυναίκες τους που γύρω στα 12 θεωρούνται σχεδόν ενήλικες και λίγο μετά απόλυτα χειραφετημένες. Στην παρέα είχαμε και δυό -τρεις κοπέλες γύρω στα 14-15 που είχαν έρθει στην Ελλάδα χωρίς τους γονείς τους και επιβεβαίωναν τα λεγόμενά του. Ήταν απόλυτα ελεύθερες αλλά δεν έδειχναν καθόλου ανόητες.
Το τέλος του Αυγούστου και των διακοπών πλησίαζε. Έπρεπε να μαζευτώ στην Αθήνα για τα σχολεία και την καθημερινότητά μου κι οι Ισλανδοί φίλοι έπρεπε να γυρίσουν στην κανονική τους ζωή.Η κλασσική μαύρη σκιά της θλίψης άρχισε να με ακολουθεί σαν σύννεφο πάνω από το κεφάλι, μέχρι που μια αστραπή τη διέλυσε : ο Φούζι αποφάσισε να με φιλήσει. Ήταν νύχτα σε μια από τις ντίσκο της πόλης και έπαιζε το Atlandis is Calling. Δεν θέλησα ποτέ να μάθω τα σχόλια των ξαδελφών μου, αδιαφόρησα. Έζησα αυτή τη χαρά όπως αρμόζει πάντα στις χαρές, σαν να μην υπήρχε αύριο.
Δύο εικοσιτετράωρα μετά περπατούσα στην παραλία του Ενυδρείου μόνη κοιτάζοντας συχνά το όνομα στα δάχτυλα του δεξιού μου χεριού: Fusi. Μου το έγραψε με ένα χοντρό μαρκαδόρο λίγο πριν φύγουν για το αεροδρόμιο, χαμογελαστός με τα πράσινα μάτια του συγκινημένα, μα αισιόδοξα. Με τα σπασμένα αγγλικά που συνεννοούμασταν μου εξήγησε ότι δεν πρέπει να λυπαμαι γιατί θα με θυμάται πάντα. Εγώ έκλαψα. Δεν είπα τίποτα παραπάνω. Αλλάξαμε διευθύνσεις, αλλά μου ξεκαθάρισε ότι δεν τα πάει καλά με την αλληλογραφία Και αποχαιρετήθηκαμε.
Δεν έχει σημασία πόσα χρόνια πέρασαν. Η ανάμνηση του υπάρχει πάντα σε έναν τόπο μέσα μου και ξεδιπλώνεται γενναιόδωρα όποτε τύχει να ακούσω αυτό το κομμάτι. Μια φωτογραφία σε ένα παλιό μου άλμπουμ δεν αφήνει τη μορφή να ξεθωριάσει, αλλά κι αυτό είναι δεύτερο. Αυτό που με κάνει να συγκινούμαι είναι η νοσταλγική αντίδραση μου στον ήχο της μουσικής. Και δεν νοσταλγώ ακριβώς αυτόν, μα τον εαυτό που είχα τότε και που μόνο μέσα από τους ανθρώπους που γνώριζα ανασυνθέτω. Μέσα από τους ανθρώπους που υπήρξαν ευγενικοί καθρέφτες για να μην ξεχάσω ποια ήμουν.
Ελπίζω να έκανα κι εγώ το ίδιο γι' αυτούς επιτυχημένα. Και όποτε με κοιτάζουν να μου γνέφουν ένα τρυφερό "γεια".
Υ.Γ. Μετά από πολλά χρόνια έμαθα ότι η λέξη Fusi σημαίνει Πρόθυμος...
Χαιρετίσματα στη μακρινή Ισλανδία.