Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

Είχα Πάει Λαϊκή


11.00 Περιφερειακός Υμηττού
Κίτρινη σκόνη πάνω από την Αθήνα.
Σκάω μέσα στο μαύρο παλτό μου και τη ζακέτα.

Δεν υπάρχει ορίζοντας σήμερα.
Κίτρινες πολυκατοικίες σαν ξεθωριασμένη καρτ ποστάλ από το Κάιρο.


11.15
Εθνική Άμυνα.
Πρέπει να το προλάβω αυτό το ρημαδιασμένο το Υποθηκοφυλακείο-Κτηματολόγιο Ζωγράφου σήμερα. Δεν παίρνει άλλη αναβολή. Με έχει στοιχειώσει σαν σκυλοτράγουδο του συρμού που ξεχύνεται από τα παράθυρα "πειραγμένου" κάμπριο με ηχοσύστημα αίθουσας συνεστιάσεων και πάνω.
Είναι Δευτέρα.
Δεν θέλω να το σκέφτομαι.
Θέλω να δουλεύω από Τρίτη έως Πέμπτη.
Ευσεβείς πόθοι.



11.30
Μεσογείων

Μπαίνω στο ταξί.
Ευγενικός ταξιτζής, καθαρό ταξί.
Παράδοξο.
Ένας ήλιος που κρύβεται πίσω από το κίτρινο σύννεφο.
Φρακαρισμένη η Μικράς Ασίας. Διπλοπαρκαρισμένα. Κορναρίσματα.
Αυτό δεν είναι παράδοξο.

Το gps του οδηγού λέει ότι φτάνω στον προορισμό μου σε 700 μέτρα. Σκέφτομαι να κατέβω. Για την ακρίβεια, σκέφτομαι να πηδήξω από το παράθυρο καθώς τα δευτερόλεπτα και τα λεπτά κυλούν σαδιστικά γρήγορα.


12.25. Μικράς Ασίας
"Πρέπει να βρω τράπεζα, πρέπει να βρω τράπεζα...Θέλουν επιταγή στο Υποθηκοφυλακείο"
Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος: αναμονή 80 νούμερα-
γειά σας.
Επόμενη στάση: Μillenium Bank. Πρώτη φορά που μπαίνω στη ζωή μου. Ησυχία. Σχεδόν μοναξιά στο ταμείο. Και ρυθμοί Τζαμάικας. Αφού μου κόβουν την επιταγή με ενημερώνουν για προμήθεια 15 ευρώ. Τους κοιτάζω απειλητικά. Θέλω να δείξω κυνόδοντα. Ανοιγοκλείνουν απολογητικά το στόμα σαν χρυσόψαρα. Δεν θέλω να τους βρίσω. Θα χαλάσω τη γαλήνη ενυδρείου που έχουν και θα τους βρούμε να επιπλέουν στην επιφάνεια.


12.40
φωτοτυπείο-ψιλικατζίδικο της περιοχής
"Είσαι τυχερή" ακούω τον κύριο πίσω από το ταμείο. "τώρα μου ήρθε το μελάνι. Πέντε λεπτά νωρίτερα αν ερχόσουν, θα σου έλεγα δεν έχει".
Παλεύει με το φωτοτυπικό.
Προσπαθώ να μη φάω τα νύχια μου, να μην τραβήξω τα μαλλιά μου και να μην φωνάξω. Δεν μου φταίει ο κύριος που είναι Δευτέρα, άργησα να ξυπνήσω, βρήκα κίνηση και το Υποθηκοφυλακείο κλείνει στη 1.


12.51 οδός Αγίας Λαύρας
οδός Αγίας Λαύρας + Δευτέρα= Λαϊκή.

Γλυκές γιαγιούλες με τα καροτσάκια τους, παππούδες με τις κομψές τους τραγιάσκες, νοικοκυρές φορτωμένες σαν γαϊδούρια, κύριος με κανίς ή απομίμηση κανίς σε βόλτα τιμών (δεν είχε ψωνίσει τίποτα). Πάγκοι παντού, χρώματα παντού, λουλούδια δίπλα στα μαρούλια, πορτοκάλια δίπλα σε τάπερ και μανταλάκια σε καλή τιμή. Όχι πεζοδρόμια. Και αλλοδαποί πωλητές που φωνάζουν πιό δυνατά τα ελληνικά τους από τους έλληνες που έχουν εξευρωπαϊστεί και αναρτήσει ταμπέλες όπως την ξεκάρφωτη με φωτογραφία ντομάτες και στη μέση μια μέλισσα σε μεγένθυση.
Με δύο τσάντες, φακέλους και αποφασιστικότητα που ενισχύεται από την απελπισία έχω εκτόπισμα. Ακούγομαι σε ένα μόνιμο "Συγνώμη-Συγνώμη-Συγνώμη" καθώς σχεδόν ίπταμαι πάνω από τους πάγκους, τα καροτσάκια και τους ιδιοκτήτες τους.

Μα πού είναι το Υποθηκοφυλακείο;


12.55 οδός Αγίας Λαύρας και Ισχομάχου. Είσοδος από Ισχομάχου
Πίσω από γλάστρες και κοπριά που πουλάει ο καθ'όλα συμπαθής μικροπωλητής ανακαλύπτω ξέπνοη την ταμπέλα και την είσοδο. Ημιυπόγειο. Η πόρτα είναι ανοιχτή. Ευχαριστώ το σύμπαν που πρόλαβα. Κατεβαίνω τα σκαλιά και το ποιός είναι ο Υποθηκοφύλακας είναι φανερό: στην υποδοχή ένας ευτραφής ασπρομάλλης κύριος με σταυρωμένα τα χέρια και με εξαιρετικά αστεία φωνή παραλαμβάνει τα έγγραφα και με βάζει να καθίσω στην καρεκλίτσα μαζί με τους υπόλοιπους πολίτες.
Χαλαρώνω για λίγο.
Οι πολίτες κοιταζόμαστε καχύποπτα και συνάμα συνωμοτικά.
Δεν ξέρω γιατί. Πάντως τέτοιο ύφος έχουν οι γύρω μου και τους αντιγράφω.


13.01 Υποθηκοφυλακείο Εντός
Μια κυρία εκτός χτυπάει απεγνωσμένα την κλειδωμένη εξώπορτα. Σηκώνεται ο Υποθηκοφύλακας "τι θέλετε; έχουμε κλείσει". Απελπισία για την κυρία. Φρίκη σε μένα από την ταύτιση με την κυρία. "Σας παρακαλώ" του λέει με τρεμάμενη φωνή "ένα λεπτό άργησα!είναι ανάγκη!Πρέπει να βγάλω αυτό το κτηματογραφικό απόσπασμα."
Ο κλειδοκράτωρ αμείλικτος.
Αποτυχημένη η προσπάθεια. Η κυρία φεύγει.
Σκέφτομαι ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι τηρούν απαρέγκλιτα το ωράριό τους (όταν είναι για να φύγουν-κλείσουν-σταματήσουν).


13.10
Παπαδιαμαντοπούλου
Ευλογία που περνούν καμιά δεκαριά λεωφορεία από εκεί. Μπαίνω στο πρώτο. Δυό γουλιές νερό για να συνέλθω και το i-pod στα αυτιά . Υegelle Tezeta και κατευθείαν μου έρχεται στο μυαλό η εικόνα μου να προσπαθεί να υπερπηδήσει τους ανύποπτους παππούδες στη λαϊκή
. Και το μαύρο κανίς-ντεμί κανίς. Χαμόγελο.

13.30
Πανεπιστημίου, αφετηρία λεωφορείου

Ένα κουλούρι πεταμένο στο δρόμο. Ένας γκρι Αθηναίος-περιστέρι το τσιμπολογάει. Βαθιά εισπνοή και επιστροφή στη Βάση.
Αναφορά στο Ημερολόγιο Καταστρώματος.
Και αύριο πάλι σε νέες περιπέτειες.


Παραπέτασμα



Η κουρτίνα στο δωμάτιο-γραφείο του σπιτιού έχει ένα σκίσιμο-σκάσιμο από τον ήλιο ακριβώς τόσο όσο χρειάζεται για να μπαινοβγαίνει η γάτα μου σαν να είναι η δική της πόρτα. Και κάθε φορά που το κάνει με κοιτάζει με ένα βασιλικό ύφος σαν να θέλει να της υποκλιθώ για την είσοδό της.

Η κουρτίνα κινείται με τον αέρα σαν να ανασαίνει. Σαν να βλέπω το στέρνο αγαπημένου προσώπου που κοιμάται να ανεβοκατεβαίνει ρυθμικά καθώς ο Ύπνος τον έχει δέσει στο άρμα του και τον γυρίζει στα αξιοθέατα της δικής του πόλης.

Η κουρτίνα αφήνει την άνοιξη να τρυπώνει στο σπίτι και στο μέσα μου ολοένα και περισσότερο. Λες και ακόμα και το τραγούδι των πουλιών περνάει από τα δικά της διόδια.


Η κουρτίνα είναι το φίλτρο για αυτές τις μυστηριώδεις δυνάμεις της φύσης, τον αέρα, τη θάλασσα, τη φωτιά και τη γη, την ποίηση του Θεού που τη διαβάζει στο ανύποπτο ακροατήριο κάθε στιγμή. Σκέφτομαι πώς είναι τυχεροί όσοι έχουν το αυτί να την ακούσουν...


Η κουρτίνα αφήνει την Ευγνωμοσύνη για την ίδια την Ύπαρξη να περάσει τις συμπληγάδες της και να αρωματίζει τη νύχτα με τη μυρωδιά του νωπού χόρτου και της ολοκίτρινης μαργαρίτας που έχει κλείσει τα φτερά της ηδονικά γύρω από το πράσινο κορμί της.



(καλωσορίζοντας την αλλαγή της ώρας και το περισσότερο φως ξημερώματα Δευτέρας)

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2009

Γυμναστικές Διαδρομές


Μια ματιά τριγύρω σε πείθει χωρίς πολύ κόπο: ήρθε η Άνοιξη.
Η ατμόσφαιρα αρχίζει να γυαλίζει κάτω από το φως του ήλιου του Μαρτίου και σε μια αγαπημένη σαλάτα με την υγρασία και το κρύο που δεν έχει ακόμα χαθεί σε γεμίζει με έναν πρώιμο αέρα ανανέωσης.
Ή Θέλησης για Ανανέωση...

Και τα Κορμιά επαναστατούν και αρχίζουν να ζητούν περισσότερο την προσοχή. Γδύνεσαι και το μάτι, ενώ τόσους μήνες το απέφευγε συστηματικά, πέφτει στη φιγούρα σου στον καθρέφτη. Αρχίζεις και σκέφτεσαι εκείνα τα λεπτά, ανοιχτόχρωμα ρούχα που αγκαλιάζουν το είναι σου στοργικά και άσπλαχνα όταν ανοίγει ο καιρός, προδίδοντας όποια διατροφική ατασθαλία έχεις κάνει...

Και βρίσκεσαι Αποφασισμένος.
Σε ένα γυμναστήριο, σε ένα πάρκο, σε ένα κολυμβητήριο. Να παλεύεις να γίνεις καλλιτέχνης, γλύπτης του σώματός σου για να κερδίσεις την αποδοχή και το θαυμασμό του έργου τέχνης σου (λέμε τώρα) από τον, έστω και περιστασιακά, φιλότεχνο εαυτό σου. Ή κυρίως από αυτόν.


Κάπως έτσι (όχι ακριβώς δηλαδή, αλλά είναι μεγάλη ιστορία)βλέπω τα πόδια μου να περπατάνε ατελείωτα σε ένα διάδρομο γυμναστηρίου. Με το ipod στα αυτιά. Κατά προτίμηση κάτι με ένταση για δίνει ρυθμό. Με εναλλαγές ταχύτητας. Με σκέψεις ανάκατες και σε καμία συνάρτηση με το χώρο. Γύρω μου, συμπάσχοντες συνάδελφοι, άλλοι σε πιο γρήγορες ταχύτητες, άλλοι με πιό προκλητικά από τα δικά μου φαρδιά μαύρα ρούχα, με μικρότερα ή μεγαλύτερα μεγέθη, αλλά με τον ίδιο σκοπό. Γυμναστές τριγυρίζουν βαριεστημένα στο χώρο, μήπως ξεραθεί κανένας πάνω στον ιμάντα του διαδρόμου ή μπλοκαριστεί σε κανένα όργανο, αλλά αυτό δεν συμβαίνει και σαν η πλήξη και η ανία τους να είναι τόσο ηχηρή όσο σιωπηλή είναι η παρουσία τους.

Η ατμόσφαιρα βαριά. Ανάκατες μυρωδιές ανθρώπων και ο αέρας να τρυπώνει από τα (ευτυχώς) ανοιχτά παράθυρα φέροντας τη φρεσκάδα της συννεφιασμένης ημέρας και της βροχής που στεγνώνει στα πεζοδρόμια.

Ο δικός μου διάδρομος βλέπει έξω στο δρόμο. Είμαι τυχερή σήμερα. Αρκετοί από τους διπλανούς βλέπουν σε καθρέφτες. Εφιαλτικό. Δεν μου αρέσει καθόλου να βλέπω τον εαυτό μου όταν γυμνάζομαι με αυτήν την ταλαίπωρη μουσούδα, ξεμαλλιασμένη και αγκομαχούσα. Παρασύρομαι και σε γκριμάτσες και δεν λέει καθόλου. Με περνάνε για βλαμένη.

Τα δευτερόλεπτα μοιάζουν να διαδέχονται το ένα το άλλο απελπιστικά αργά. Πώς να περάσει η ώρα εκτός από το να ακούς μουσική; Το μάτι ξεφεύγει παραδίπλα. Κλεφτοκοιτάζω την ταχύτητα των κοντινότερών μου στο κοντέρ, την κλίση του διαδρόμου τους , αν έχουν λαχανιάσει πολύ. Τι φοράνε, την ηλικία τους, τα σώματά τους. Και αν κοιτάζονται στους καθρέφτες.

Διαπιστώνω τότε ότι ανήκω μάλλον στην
μειοψηφία που τους απεχθάνεται. Η πλειοψηφία θέλει να έχει στιγμιότυπα του εαυτού της όταν
σηκώνει βάρη,
τρέχει ή περπατά σε διάδρομο,
κάνει ποδήλατο,
μετράει τους σφυγμούς της,
σκουπίζεται με τις πετσέτες,

κάνει κοιλιακούς,
κάνει ραχιαίους,
κάνει ό,τι μπορεί,
χαμογελά στον/στην απέναντι που έχει τέλειο σώμα (και σίγουρα δεν το διατηρεί από το διάδρομο και τις λίγες διατάσεις που κάνει μετά το τέλος του, εκτός και αν είναι θαύμα της φύσης-τς τς κακίες)


Προς στιγμή πέφτω σε βαθυά περίσκεψη. Αυτό το φαινόμενο του Καθρέφτη δεν μπορώ να το εξηγήσω.Αλλά δεν είναι το μόνο μυστήριο γύρω από την κουλτούρα των γυμναστηρίων...

Ένα άλλο θέμα που εξετάζω γιατί με απασχολεί, ανθρωπολογικά και κοινωνιολογικά είναι γιατί είναι προαπαιτούμενο για έναν Γυμναστή που παραδίδει ομαδικό πρόγραμμα να ουρλιάζει. Κάθε φορά που περνάω έξω από την αίθουσα σοκάρομαι από την ένταση της φωνής και της μουσικής, που ούτε σε τελευταίο club επαρχιακής πόλης δεν παίζει. Και αναρωτιέμαι πώς αντέχουν οι "μαθητές"... Ενθυμούμαι κάποια φορά που δοκίμασα ένα από αυτά τα προγράμματα. Από τις πολλές επαναλήψεις κόντεψα να διαλύσω τον αυχένα μου και όχι να γυμνάσω τους κοιλιακούς.

Έχω διανύσει το μισό χρόνο της απαραίτητης βόλτας μου στον ιμάντα, πάντα με τα ακουστικά και τη μουσική μου για να αποφύγω ακούσματα τύπου Radio DJ και μέσα στην ηχητική ζαλάδα νοσταλγώ την πισίνα που πήγαινα πέρυσι... Αυτό το ρυθμικό μοναχικό σπορ που είσαι εσύ, η ανάσα σου και το νερό. Και η κάθαρση από όλα τα βάρη της ημέρας. Το λυτρωτικό ντους μετά το μπάνιο σου και η ιεροτελεστία του ντυσίματος.Και ακόμη πιο πέρα, τη φύση γύρω από το Κολυμβητήριο που ήταν ανοιχτό και μέσα στα πεύκα...

Μπουρμπουλήθρες, αναμνήσεις και μουσική μου τελειώνουν τον απαιτούμενο χρόνο και με το πάτημα του stop ο διάδρομος επιβραδύνει. Ξαναπατάω γη και αυτή φαίνεται να ρολάρει καθώς πηγαίνω με μικρά βήματα και φιλοσοφικές σκέψεις προς τα αποδυτήρια.

Σκέφτομαι πώς πρέπει να φταίει ο αέρας της Άνοιξης που μας βρίσκει όλους στα κάτεργα τέτοιων καταστάσεων... Τα πουλάκια που κελαηδούν και το χορτάρι που πρασινίζει και σε καλεί να κυλιστείς (κατά προτίμηση όχι μόνος και όχι με τη βράκα-λαστέξ που φορούσε η Μπρίτζετ Τζόουνς στο Ημερολόγιό της που έγινε ταινία). Σκέφτομαι ότι δεν υπάρχει τίποτα κακό στην προσπάθεια ούτε στην ελπίδα ούτε στη θέληση για ανανέωση.
Σκέφτομαι ότι τελικά έχει την πλάκα του.

Χαμογελάω.

Και βγαίνω να περπατήσω κανονικά στο δρόμο και να μυρίσω με ανθεκτικότερα πνευμόνια αυτήν την επερχόμενη Άνοιξη.

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2009

The Reader

Χθες πήγα πάλι σινεμά.
Οι Τρίτες και οι Πέμπτες αρχίζουν να καθιερώνονται στη συνείδησή μου ως ημέρες "κατάλληλες" για κάτι τέτοιο, αφού το προσωπικό μου πρόγραμμα (αν υποθέσουμε ότι έχω κάτι τέτοιο δηλαδή) μου το επιτρέπει. Η έξοδος την Τρίτη "κόβει" τον ανάβατο της εβδομάδας στη μέση και σε κάνει να αισιοδοξείς για την υπόλοιπη πορεία των ημερών ενώ την Πέμπτη νοιώθεις την ανάσα του Σαββατοκύριακου στο πρόσωπό σου και ξεσηκώνεσαι πολύ πιό εύκολα.

Χθες ήταν η σειρά του "The Reader".
Κατά την Ελληνική μετάφραση "Σφραγισμένα Χείλη".Και πριν ξεκινήσει η ταινία πάλι πέρασε από το μυαλό μου η σκέψη "μα πώς τους ήρθε να μεταφράσουν τον τίτλο έτσι!;" Όταν τελείωσε ήμουν ακριβώς ο ελληνικός τίτλος. Για αρκετή ώρα δεν μπορούσα να πω τίποτα. Οι σκέψεις και τα συναισθήματα υπήρχαν μέσα μου σε ακαθόριστη μορφή και η φόρτιση που είχα ήταν αντίστοιχη με δυνατό νυχτερινό αέρα: ανακατεμένα μαλλιά και ψυχή σε παιχνίδι ισχύος με φόντο το μαύρο.

Η ιστορία εκτυλίσσεται στην μεταπολεμική Γερμανία. Ο 15 χρονος πρωταγωνιστής Μίχαελ γνωρίζει κάτω από παράξενες συνθήκες τη Χάνα, μια γυναίκα περίπου 20 χρόνια μεγαλύτερή του και δημιουργεί μαζί της έναν δεσμό που βασίζεται αρχικά κυρίως στο σεξ και στην ανάγνωση βιβλίων από εκείνον σε αυτήν. Σχεδόν από τις πρώτες συναντήσεις τους, το πλέγμα του έρωτα και της αγάπης ενδυναμώνεται από την ικανότητα του Μίχαελ στην ανάγνωση...


Το ειδύλλιο δεν κρατάει πολύ. Η Χάνα, όταν αντιλαμβάνεται ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, φεύγει από τη ζωή του χωρίς ιδιαίτερους αποχαιρετισμούς και εξηγήσεις. Εκείνος συνεχίζει, φαινομενικά φυσιολογικά, την πορεία του, που σε μερικά χρόνια, τον φέρνει σαν φοιτητή νομικής σε μια αίθουσα δικαστηρίου. Εγκλήματα πολέμου με κατηγορούμενες πρώην δεσμοφύλακες σε στρατόπεδο συγκέντρωσης Εβραίων. Και ανάμεσα σε αυτές η Χάνα.


Η ταινία είναι πολυδιάστατη.
Μέσα από εξαιρετική σκιαγράφηση των χαρακτήρων, καταπιάνεται με το θέμα κοινωνική και προσωπική ηθική και δημιουργεί δυνατά και αδυσώπητα διλήμματα και προβληματισμό στον πρωταγωνιστή και, κατά συνέπεια, στον ταυτιζόμενο θεατή.
Τι είναι ηθικό και τι σωστό;
Αυτό μένει σταθερό στην πορεία του χρόνου ή είναι ανάλογο με την κοινωνική δομή και τις εκάστοτε συνθήκες (παιδεία, τύχη, περιβάλλον);
Η ηθική έχει τελικά σχέση με το ήθος;
Πώς μπορεί κάποιος να συμβιβάσει την αγάπη του για ένα πρόσωπο όταν μαθαίνει ότι το πρόσωπο αυτό είναι
υπεύθυνο για αποτρόπαιες ή έστω, μη κοινωνικά αποδεκτές πράξεις; Και ως πού μπορεί να φτάσει για το πρόσωπο αυτό;
Πού ξεκινάει και πού σταματάει το χρέος του απέναντι στον εαυτό του, σε εκείνο και στην κοινωνία;
Πώς μπορεί κανείς να ισορροπήσει αυτές τις αντίθετες δυνάμεις ώστε να μην συντριβεί από λάθος χειρισμούς και εκτιμήσεις;


Ήταν ένα πολύ δυνατό έργο,εξαιρετική δουλειά από όλους τους συντελεστές με συγκλονιστική όμως ερμηνεία από την Kate Winslet, που αδιαμφισβήτητα άξιζε το όσκαρ που πήρε. Απίθανος επίσης ο Bruno Ganz, στο μικρό ρόλο του καθηγητή της νομικής σχολής (ηθοποιός που έχει δείξει την ποιότητά του ενσαρκώνοντας τον Χίτλερ, στην Πτώση του 2004). Ο Ralph Fiennes, κατά την άποψή μου, χάνει τη μάχη από τον νεαρό "εαυτό του" David Kross που υποστηρίζει το ρόλο πάρα πολύ καλά.


Συνολικά 123 λεπτά ουσιαστικού προβληματισμού και ψυχαγωγίας και σίγουρα μια ταινία που αξίζει να δει κάποιος.




Τρίτη 24 Μαρτίου 2009

Everloving

Υπάρχουν κομμάτια που μπορείς να τα ακούς διαρκώς. Σε επανάληψη. Για ώρες.

Και που με ένα μαγικό νυστέρι ανοίγουν τομή στο μέσα σου και ξεπηδούν οι χαρές που έχεις αφήσει πίσω και αυτές που δεν ήρθαν ακόμα. Και οι έρωτες που χάραξαν τα αρχικά τους στο Δέντρο της Ζωής σου σε καρδιές που δεν μαραίνονται ποτέ από τη σκόνη του χρόνου.

Υπάρχουν μουσικές που σε ταξιδεύουν εκεί που ήθελες να μείνεις πάντα, αλλά δεν μπόρεσες. Στην ευτυχία των στιγμών μιας αναντικατάστατης αγκαλιάς που πέρασε και άφησε πίσω ευλογημένη, θανατηφόρα καταστροφή. Από αυτές που νομίζεις ότι χάνεις το μυαλό σου και όμως σκάνε τα μπουμπούκια στα ξερά σου κλαδιά, πάλι πρώιμα και πάλι έτοιμα να θυσιαστούν στο πρώτο χιόνι που παραμονεύει.

Υπάρχουν κομμάτια που ζωγραφίζουν μέσα σου τη μορφή όσων ήταν για μερικές ζωές η Έμπνευση σου, ό,τι πολυτιμότερο καθώς σε έφεραν κοντά στην ένωση με το Θείο.

Κι αν κλείσεις τα μάτια ακούγωντάς τα, διαβάζεις ολόκληρα Βιβλία που έγραψαν μέσα σου Αυτοί Που Αγάπησες και Αυτοί Που Αγαπάς και αυτοί που Έφυγαν γιατί η Αποστολή τους Εξετελέσθη και η δική σου άλλαξε ρότα. Αλλά άφησαν Αποτύπωμα. Για πάντα.

Αυτά τα κομμάτια έχουν έναν τίτλο που χτυπάει στα κατάβαθα. Που σαρώνει τη λογική με αναμνήσεις που θα έπρεπε να είχαν μπει επτασφράγιστες στο κουτί της Πανδώρας και να μην βγουν ξανά. Δηλητηριώδη και παραισθησιογόνα τα αέριά τους, σε κάνουν να κοιτάς με δέος το Πίσω και το Ήταν.

Για Καληνύχτα ένα τέτοιο κομμάτι... Κι η μελωδία του ας ταξιδέψει μέσα στο Χωροχρόνο...κι ας βρει αυτούς και αυτά που έγραψαν και γράφουν μέσα μου...και που έχουν πάντα το δικό τους, ξεχωριστό Δωμάτιο.




και σε μια ξεχωριστή εκτέλεση....





Δευτέρα 23 Μαρτίου 2009

Με Παρέσυρε το Ρέμα

Είναι μια Δευτέρα σας όλες τις άλλες: βαριέμαι να πάω στη δουλειά και αναβάλω το πρωινό μου ξύπνημα.
Ωστόσο ο ξυλουργός που ήρθε να μοντάρει τα ντουλάπια της κουζίνας για να υποδεχτούν το πλυντήριο πιάτων του απάνω ορόφου είχε άλλη άποψη.Ρυθμικά, μαζί με το ξυπνητύρι χτύπα-χτύπα με βγάζει από τον καθ΄όλα μακάριο ύπνο μου από νωρίς.


Σηκώνομαι και αρχίζω την πρωινή μου ρουτίνα πριν πάω δουλειά. Έξω ο καιρός είναι μουντός και μου φαίνεται καλό αυτό γιατί όταν κοιμάμαι περισσότερο και ο καιρός είναι ηλιόλουστος με τρώνε οι τύψεις ότι έχασα τη μέρα. Τα συννεφάκια είναι πιό φιλικά προς το χρήστη-υπναρά, σε κάθε περίπτωση και, κυρίως, δεν σε στραβώνουν όταν έχεις ακόμα το ένα μάτι μισόκλειστο και δεν σε επιπλήττουν ότι έχει βγάλει ο ήλιος κέρατα και εσύ κοιμάσαι τον ύπνο του δικαίου.


Ο ξυλουργός φεύγει και τον διαδέχεται ο υδραυλικός. Σαφώς πιό αθόρυβος, αλλά τι να το κάνεις τώρα που έχω ξυπνήσει... Παίρνω το πρωινό μου σαν καλό αρρωστάκι μπροστά στον υπολογιστή, διαβάζοντας μπλογκς και χαζεύοντας στο facebook. Ρίχνω και μια ματιά στο τηλέφωνο (ένοχη, η αλήθεια είναι) μήπως με αναζητούν τίποτα άνθρωποι και εγώ είμαι σε πρωινό νιρβάνα. Ευτυχώς υπάρχει ησυχία.


Πριν φύγω λέω να επιθεωρήσω τις ξυλοτεχνικοϋδραυλικές εργασίες στο άνω πάτωμα. Ανεβαίνω με την υπέροχη περιβολή μου (ρόμπα φλιζ γαλάζια, παντόφλα τύπου τουρίστα φούξια, παντελόνι πυτζάμας γαλάζιο και από μέσα νυχτικιά-ράσο με πιγκουίνους. Και το μαλλί με κάθε είδους άχαρα κοκκαλάκια) και αντικρύζω το ψυγείο στην πόρτα της κουζίνας, το τραπέζι τραβηγμένο, μητέρα να αδειάζει παλαιό πλυντήριο πιάτων, πατέρα να επιθεωρεί τη δράση γενικώς και υδραυλικό κύριο Δημήτρη στα πατώματα να αποσυνδέει τους σωλήνες του παλιού πλυντηρίου.


Χαιρετάω "Γειά σας πώς είστε;
Και τότε μου το λέει "Εγώ καλά. Το αυτοκίνητό μου το είδες;"
Σκέφτομαι
"θα έπρεπε;". Αντ' αυτού ρωτάω ευγενικά "Όχι, γιατί;"
"Έπεσε στο ρέμα. Δεν έβαλα χειρόφρενο και τσούλησε"

Η αλήθεια είναι ότι αυτό το παρακείμενο ρέμα πάντα το σκεφτόμουν ως επικίνδυνο για όποιον παρκάρει εκεί σε περίπτωση καταρρακτώδους βροχής ή από την κλίση του εδάφους.

Φέρνω το χέρι στο στόμα από την έκπληξη( όπως στις ταινίες) και λέω "Ω!" (όπως στις ταινίες).

Για λίγο πέφτει σιωπή στο εργοτάξιο.
"Πάω να το δω" λέω και βγαίνω στο μπαλκόνι.

Πράγματι, το κόκκινο παλιό opel astra είναι με τη μούρη στο ρέμα, ενώ ο πισινός του αερίζεται άκοπα κάποια μέτρα πάνω από το έδαφος, με την κάθετη θέση που έχει πάρει. Μοιάζει σαν σε ένα εναλλακτικό παρκάρισμα, έτσι όπως κείτεται ακίνητο και απαθές.

Γυρίζω στην κουζίνα
"Πω πω..." ξαναλέω
(είναι η μέρα της έξυπνης ατάκας σήμερα).
Και τότε έρχεται η Αλήθεια.
"το είδες;" μου ξαναλέει περίλυπος " ένα λεπτό το άφησα χωρίς χειρόφρενο να πάω να κατουρήσω και τσούλησε! Και τώρα περιμένουμε το Γερανό να το βγάλει από το χαντάκι"
Η εικόνα σχηματίζεται γλαφυρή στο μυαλό μου: Υδραυλικός αγέρωχος, με χαμόγελο όπως των μωρών όταν τους βγάζεις την πάνα, να κατουράει στο ρέμα και ταυτόχρονα το αυτοκίνητο του παραδίπλα να αρχίζει να τσουλάει... Πού να προλάβει να κουμπωθεί, να μαζευτεί...Να πηδήξει σαν τους Ντιούκς από το παράθυρο για να το σταματήσει;

Προσπαθώ να μη γελάσω. Και να μην πω καμιά βλακεία. Παίρνω τα τάπερ μου, εύχομαι καλή τύχη στο αυτοκίνητο και στον κύριο υδραυλικό και κάνω την έξοδό μου. Με απροσδιόριστο μειδίαμα προς ξεκάρδισμα, κατεβαίνοντας τις σκάλες δεν μπορώ να μην σκεφτώ ότι όλα τα δεινά των αντρών προέρχονται από το συγκεκριμένο όργανο(όχι το αυτοκίνητο). Και αυτή η αλαζονεία του κατουρήματος σε οποιονδήποτε χώρο έχει καμιά φορά απρόσμενες συνέπειες. Σαν την σημερινή.

Και αυτή ήταν η ιστορία του Υδραυλικού που τα υδραυλικά του τον κατέληξαν να φέρει Γερανό. (και επειδή μου είναι πολύ συμπαθής, εύχομαι ο γερανός να μην του ξαναχρειαστεί για τίποτα!)



και άκυρο βιντεάκι για το άσμα
αλλά δεν υπάρχει άλλο




επίσης να συμπληρώσω, αν και άσχετο, ότι το τραγούδι είναι αφιερωμένο στη μία και μοναδική και πολυαγαπημένη φίλη Νυχτερίδα και να της πω ότι μου λείπει και αυτή και η Άλλη.

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2009

Let The Right One In (Lat den Ratte Komma In)

Σύγχρονος Σκανδιναβικός Κινηματογράφος.

Αμυδρά θυμάμαι μια απόπειρα που είχα κάνει να παρακολουθήσω πριν χρόνια το Τραγούδια Από το Δεύτερο Όροφο («Sanger fran andra vaningan») του Σουηδού Ρόι Αντερσον. Βράδυ, μόνη, σπίτι και να βαριέμαι. Δεν κατάφερα να δω πάνω από είκοσι λεπτά και δεν ανακαλώ καν την υπόθεση.

Επόμενη προσπάθεια, πριν τρία χρόνια σε έναν κινηματογράφο της Αθήνας με παρέα. Λίγο καλύτερα από άποψης διάρκειας (αναγκαστικά είδα όλη την ταινία που δεν θυμάμαι καν το όνομά της). Με τους λιτούς διαλόγους της και την αφαιρετική της σκηνοθεσία μου άφησε ένα αίσθημα ισοπέδωσης και έμεινα με την απορία γιατί ήμουν μειοψηφούσα στην αρνητική ψήφο όταν βγήκαμε από το σινεμά και κάναμε την απαραίτητη συζήτηση-γκάλοπ. Στους περισσότερους είχε κάνει θετική εντύπωση.

Κοντά στο Σήμερα, και ενώ κυριαρχεί το Twilight στις Μεγάλες Οθόνες, έχουμε συζήτηση με φίλους σε φόρουμ για το συγκεκριμένο έργο, την πλοκή και αν και κατά πόσο αξίζει να το δει κάποιος. Ένας από τους συμμετέχοντες τότε μας παραθέτει αυτό το τρέιλερ

Και αποφασίζω απλά ότι θα ήθελα να δω αυτήν την ταινία κάνοντας στην άκρη τους όποιους ενδοιασμούς που είχα για την εθνικότητά της και για τον παράγοντα "τρόμο" που γενικά αποφεύγω.


Το Lat den Ratte Komma In/Let The Right One In (και όχι "Άσε το Κακό Να Μπει" τίτλο που έδωσε η ελληνική εταιρεία διανομής και που κατά την άποψή μου, δεν αποδίδει αυτό που θέλει πραγματικά να πει ο κανονικός της Νονός) βγήκε μόλις χθες στις αθηναϊκές αίθουσες. Συγκεκριμένα παίζεται μόνο σε δύο σινεμά της Αθήνας μέχρι στιγμής, στο Ιντεάλ στο Κέντρο και στο Μικρόκοσμος στου Φιξ.

Πρόκειται για μια ιδιαίτερη ταινία που στον πυρήνα της έχει μια αντισυμβατική ιστορία αγάπης. Όπως και στο Τwilight (Λυκόφως) έτσι και σε αυτήν η αγάπη ενός θνητού για ένα βαμπίρ αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία εδράζεται όλη η εξέλιξη της υπόθεσης.

Η ουσιαστική διαφορά των δύο ταινιών είναι ότι η σουηδική δεν σταματάει στην επιφάνεια. Ο ερχομός του κοριτσιού-βαμπίρ στη ζωή του Όσκαρ, του πρωταγωνιστή, μοιάζει σαν μόνη διέξοδος στη μοναξιά και στην αποξένωση που βιώνει. Μολονότι είναι ένας μέσος φυσιολογικός έφηβος, έχει να αντιμετωπίσει σχεδόν καθημερινά σκληρότητα και πόνο: μια ανύποπτη έως αδιάφορη μητέρα, τον απομακρυσμένο πατέρα του, τους ανήλεους συμμαθητές του, που επιβεβαιώνουν τη δύναμή τους εξευτελίζοντάς τον, ακόμη και αυτό το μόνιμα άσπρο και παγωμένο τοπίο που είναι επιθετικά άδειο.

Και από τα παράδοξα, αλλά το δολοφονικό κορίτσι είναι το μόνο τελικά που του συμπεριφέρεται ανθρώπινα. Τον ενθαρρύνει να αντιδράσει στη βία που δέχεται, συζητάει και περνάει χρόνο μαζί του, του προσφέρει το χάδι που έχει ανάγκη για να είναι ισορροπημένος. Του δίνει χρώμα στο άσπρο της ζωής του...και ας είναι το κόκκινο του αίματος. Για αυτόν ο κίνδυνος δεν είναι το μεταφυσικό, αλλά το φυσικό...

Από την ταινία αυτή που ισορροπεί επιδέξια ανάμεσα στους τίτλους "τρόμου", "αγάπης", "κοινωνικό δράμα", "μεταφυσικό" άντλησα πολλά. Κατ' ουσία, η μεγάλη επιτυχία των συντελεστών της ήταν ότι με ένα περίεργο τρόπο κατάφεραν να μεταγγίσουν τα όποια μηνύματά τους με μαεστρία και με το μοναδικό τρόπο του να κινούνται σε έναν χώρο "κλισέ" χωρίς σε καμία φάση να γίνουν ένα με τον χώρο αυτόν.

Τρυφερή, μοναδική και ταυτόχρονα σκληρή και δύσκολη.

Από τις καλύτερες που έχω δει.




Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

Kein Zuruck

kein zuruck

Δημήτρης Παπασπυρόπουλος στο ραδιόφωνο
Και σε μια συλλογή του.

Η αδελφή μου με ένα χαρτί στο χέρι, που της το έδωσε η Γερμανίδα Δασκάλα του ανηψιού μου, διαβάζει τη μετάφραση των στίχων και ταυτόχρονα μου δείχνει στο χέρι της τις σηκωμένες τρίχες. Θυμάμαι ακόμα το πρόσωπό της. Εκστατικό από τον πόνο των λόγων στο χαρτί.

Στο cd με τα κομμάτια που θα ήθελα να χορέψω.
Το δίνω στη Δασκάλα του Σύγχρονου και της λέω "θέλω να το χορογραφήσω".
" Μετριέται δύσκολα" μου απαντάει. Μένω με τη θέληση. Όχι για πολύ, υπόσχομαι

Σε ένα φόρουμ ανεβάζω τους μεταφρασμένους στίχους και δεν συγκλονίζεται κανείς. Ανεβάζω και τους Γερμανικούς. Δεν έχει σημασία.
Χρειάζεται να καταλαβαίνεις για να σε αγγίξει;

Αν όμως χαθείς στη μετάφραση δεν ξεχνάς ποτέ...σε στοιχειώνει ....Χωρίς Επιστροφή




Kein Zuruck

Weißt du noch, wie's war
Kinderzeit... wunderbar...
Die Welt ist bunt und schön.
Bis du irgendwann begreifst,
Dass nicht jeder Abschied heißt,
Es gibt auch ein Wiedersehen

Immer vorwärts, Schritt um Schritt ... Es geht kein Weg zurück!
Und Was jetzt ist, wird nie mehr ungeschehen.
Die Zeit läuft uns davon, Was getan ist, ist getan.
Was jetzt ist, wird nie mehr so geschehen.

Ein Wort zuviel im Zorn gesagt,
'N Schritt zu weit nach vorn gewagt.
Schon ist es vorbei.
Was auch immer jetzt getan,
Was ich gesagt hab´, ist gesagt,
Und was wie ewig schien ist schon Vergangenheit.

Ach, und könnt' ich doch nur ein einz'ges Mal Die Uhren rückwärts drehen,
Denn wieviel von dem, was ich heute weiß, Hätt' ich lieber nie gesehen.

Dein Leben dreht sich nur im Kreis,
So voll von weggeworfener Zeit,
und Deine Träume schiebst Du endlos vor Dir her.
Du willst noch leben irgendwann,
Doch wenn nicht heute, wann denn dann...?
Denn irgendwann ist auch ein Traum zu lange her.



Χωρίς Επιστροφή

Θυμάσαι πώς ήταν κάποτε τα παιδικά χρόνια...
υπέροχα...
Ο κόσμος είναι πολύχρωμος και ωραίος
Μέχρι να καταλάβεις κάποτε,
ότι κάθε αποχαιρετισμός δεν σημαίνει ότι θα ξαναειδωθούμε

Πάντα μπροστά, βήμα βήμα...
κανένας δρόμος δεν οδηγεί πίσω;
και ό,τι είναι τώρα, δεν θα ξανασυμβεί ποτέ πιά
Ο χρόνος μας ξεφεύγει,
ό,τι έγινε, έγινε
και ό,τι είναι τώρα, δεν θα ξανασυμβεί ποτέ πιά έτσι.

Μιά λέξη παραπάνω μες την οργή ειπώθηκε
ένα βήμα ακόμα πιό μπροστά τολμήθηκε
Ήδη πάει, πέρασε.
Ό,τι και να γίνεται τώρα ό,τι και να είπα, το είπα.
Και ό,τι έμοιαζε σαν αιώνιο είναι ήδη παρελθόν.

Αχ και να μπορούσα μία μοναδική φορά να γυρίσω τα ρολόγια προς τα πίσω
γιατί πόσα πράγματα απ' αυτά που σήμερα ξέρω
θα προτιμούσα να μην τα 'χω δει ποτέ.
Η ζωή σου περιστρέφεται (μόνο) σε κύκλο τόσο γεμάτη με άσκοπο χρόνο,
και τα όνειρά σου τα σπρώχνεις ατελείωτα μπροστά σου

Θέλεις ακόμα να ζήσεις κάποια στιγμή,
αν όμως όχι σήμερα, τότε πότε;

Γιατί και το όνειρο κάποτε παλιώνει...



Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009

Dark Star

Τους Deine Lakaien τους έμαθα ένα βράδυ ενός πρόσφατου Νοέμβρη.

Μπορεί να ήταν και Παρασκευή.

Ώρα περασμένη, κι εγώ πίσω από την οθόνη να ακούω μουσικές και να ψάχνω τα κομμάτια μου από πρόσφατες συσωρρευμένες δυσκολίες και συγκινήσεις.

Κουβέντα στο msn. Ανταλλαγή απόψεων και κομματιών.
"Αυτούς τους ξέρεις;"
Πατάω "Αποδοχή" στο εισερχόμενο αρχείο και μετά από λίγο ο κόσμος μου γεμίζει με το "Love Me To The End", στην ακουστική του εκτέλεση.

Νότες λες και βγήκαν από την ψυχή μου. Σαν να τις είχα πάντα μέσα μου.
Η φωνή μυστηριώδης, επιβλητική, σκοτεινά ερωτική, υποβλητική.
Δεν ξέρω αν υπάρχει έρωτας με την πρώτη ματιά, ξέρω όμως ότι ερωτεύτηκα με το πρώτο άκουσμα.
Οι Deine Lakaien ήταν τα Σκοτεινά Αστέρια που μου έδειξαν το φως της αγάπης μου και της φυσικής μου τάσης για τα πιό dark ακούσματα. Μέχρι τότε γυρόφερνα ακουστικά το είδος αυτό χωρίς να έχω αναγνωρίσει την ξεκάθαρη μου προτίμηση.


Όταν ανακοινώθηκαν από κάποιο γνωστό site οι συναυλίες της χρονιάς και είδα στη λίστα το όνομά τους, ένοιωσα ενθουσιασμό αντίστοιχο με εκείνον που είχα νοιώσει για την επικείμενη ζωντανή εμφάνιση των God Is An Austronaut. Δεδομένου ότι το συγκρότημα αυτό χρησιμοποιεί περισσότερο αυτούσια όργανα, όπως το βιολί, το πιάνο και το τσέλο παρά ηλεκτρονικούς υπολογιστές ήμουν σίγουρη ότι η συναυλία τους θα ήταν τουλάχιστον εμπειρία.

Κάπως έτσι χθες βρέθηκα στο Gagarin. Με πολύ χαρά διαπίστωσα ότι ήταν σχεδόν γεμάτο, όχι σε ασφυκτικό ή ενοχλητικό σημείο και ότι στην ατμόσφαιρα υπήρχε μια αίσθηση "σεβάσμιας ανυπομονησίας". Προχωρήσαμε μπροστά, λίγα μέτρα από τα κάγκελα. Επίδοξοι φωτογράφοι με κάμερες και κινητά παντού. Πίσω μου ακριβώς δύο σλαβόφωνοι, προφανώς Σκοπιανοί, όπως ο τραγουδιστής, δεν σταμάτησαν στιγμή να καπνίζουν το ένα τσιγάρο πάνω στο άλλο και να τραγουδούν κάθε τραγούδι που ακούστηκε. Ο εξαερισμός απίστευτα δυνατός και το σκοτάδι ακόμα πυκνότερο, αφού δεν αντανακλούσε στα μαύρα ρούχα του κοινού...

Οι Deine Lakaien βγήκαν στην ώρα τους, λουσμένοι σε κόκκινο μυστηριακό φως. Θεατρικά, στάθηκαν στην σκηνή απέναντί μας και διεκδίκησαν την προσοχή και τη συμμετοχή μας στη μουσική τελετή που έστησαν. Ερωτισμός, θελκτικό σκοτάδι, δραματική ένταση, μελωδικότητα, πάθος, υπέροχη μουσική αλλά και φιλικότητα, χιούμορ και θετική διάθεση τόσο από τον τραγουδιστή τους, Alexander Verljanov, όσο και από τους υπόλοιπους, ήταν τα κομμάτια της μαγικής εικόνας αυτής της μουσικής βραδιάς . Και το αποτέλεσμα από την ένωσή τους μοναδικό. Μαγικό όπως και τα συστατικά του.

Το κλείσιμο της συναυλίας μετά από δύο συνεχείς ώρες και δύο ancore έγινε με το πρώτο κομμάτι που άκουσα από αυτούς. "They say all things come to an end" έκανε την εισαγωγή του ο Verljanov "but never Love".Στα πρώτα δευτερόλεπτα του ακούσματός του, σε μια διαφορετική εκτέλεση από αυτές που είχα, ένοιωσα τις τρίχες σε όλο μου το σώμα να σηκώνονται και να μένουν έτσι ως το τέλος.

Και αυτή η ονειρική διάθεση που μου ξύπνησαν από την πρώτη στιγμή που τους άκουσα, πιό έντονη ακόμα τώρα που τους είδα, παίζει τις νότες τους μέσα μου ακόμη και σήμερα.

To The End.



πληροφορίες εδώ http://en.wikipedia.org/wiki/Deine_Lakaien





από τη χθεσινή συναυλία






ΥΓ.Σ' ευχαριστώ για τους Deine και για όλα όσα μου έχεις δείξει, μάθει, δώσει. Και κυρίως για το πόσο φωτεινό μπορεί να είναι το σκοτεινό μέσα μας.


Παρασκευή 13 Μαρτίου 2009

Slumdog Millionaire

Πέμπτη βράδυ στο Αττικόν. Με μια μεγάλη coca cola light στο χέρι, με την κούραση της πολύ γεμάτης ημέρας και με θέληση να "ψυχαγωγηθώ", να γεμίσω εικόνες και χρώματα και σκέψεις και όνειρα μιας άλλης ζωής: αυτής της Μεγάλης Οθόνης.

Δεν ήταν τα 8 όσκαρ που κέρδισε (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου βασισμένου σε ξένο υλικό, μουσικής, τραγουδιού, μοντάζ, φωτογραφίας και ηχητικού μοντάζ ) το δέλεαρ για να το δω. Ήταν περισσότερο οι αντιφατικές κριτικές που είχα ακούσει και το σε πρώτη εκτίμηση πρωτότυπο σενάριό του.

Η ταινία ξεκινάει παράξενα, όχι ασυνήθιστα και σίγουρα όχι ευοίωνα:αντιπαραβολή δύο διαφορετικών χρονικών στιγμών, του άμεσου παρελθόντος και του παρόντος του πρωταγωνιστή, σε έναν έξυπνο σκηνοθετικά παραλληλισμό που κεντρίζει το ενδιαφέρον. Τα πρώτα πέντε λεπτά κυλούν γρήγορα και βρίσκεσαι να αναρωτιέσαι πού το πάει ο σκηνοθέτης.

Στη συνέχεια αρχίζει και σε σφυροκοπάει. Παρόλο το έξυπνο χιούμορ της και τα κωμικά στοιχεία, που προφανώς μπαίνουν για να ελαφρύνουν την ατμόσφαιρα, αρχίζει υπόγεια να διαβρώνει την αίσθηση διασκέδασης και την ελαφρότητα των διαλόγων .
To χαμόγελο που είχα στα χείλη φαντάζομαι θα έμοιαζε αταίριαστο με την υπόλοιπη εικόνα μου, καθώς ήμουν σφιγμένη από ένταση, με τα χέρια τυλιγμένα γύρω από το σώμα μου,σαν να ήθελα να προφυλαχτώ από τις γροθιές στο στομάχι που διαδέχονταν, ομολογουμένως αριστοτεχνικά, η μία την άλλη: φτώχεια, βρώμα, μιζέρια, πάλη για επιβίωση, ορφάνια, παιδική εκμετάλλευση, βία, αμφίβολο μέλλον, ανισότητα. Μπορείς να χαμογελάς με το πόσο χαριτωμένο είναι ένα ζητιανάκι, αλλά κατ' ουσία το μέσα σου κλαίει (ή θα έπρεπε να κλαίει) με λυγμούς για το πού είναι αυτό, πού είσαι εσύ και αν τελικά μπορείς να κάνεις κάτι ή ακόμα χειρότερα, αν ασχολείσαι για να κάνεις κάτι.

Η υπόλοιπη ταινία προχωράει σε σχετικά γρήγορους ρυθμούς, ντυμένη με το υπέροχο soundtrack,που δικαιώς απέσπασε το όσκαρ της Ακαδημίας, εξισορροπώντας το χιούμορ, τον προβληματισμό, την αγωνία και την συγκίνηση και ξαφνιάζοντας ευχάριστα με την ποιότητα των χαρακτήρων της. Καλοί και Κακοί, σε βάζουν σε διαδικασία σκέψης γιατί επέλεξαν να δράσουν όπως έδρασαν, γιατί βρέθηκαν εκεί που βρέθηκαν και κατά πόσο είχαν επιλογή για κάτι διαφορετικό. Εκπληκτικός για μένα ο νεαρός πρωταγωνιστής Dev Patel, πραγματικά με μάτια πονετικού σκύλου, ζεστά, ταπεινά, αφοσιωμένα και στο βάθος έξυπνα. Εξίσου καλός ο Anil Kapoor στο ρόλο του οικοδεσπότη του τηλεπαιχνιδιού "ποιός θέλει να γίνει εκατομμυριούχος", ενός δείγματος ανθρώπου που από τα χαμηλά βρέθηκε ψηλά, αλλά που το επιτυχημένο εγώ του αποσχίστηκε απόλυτα από τον παλιό του εαυτό, ξέχασε από πού ξεκίνησε και έτσι δεν επιθυμεί για κανέναν άλλον την επιτυχία.

Έχει περάσει μια ημέρα από τότε που είδα το Slumdog Millionaire και η υποβολή του στην μετα 24ωρη δοκιμασία μέσα μου με άφησε με την ανάμνηση δύο απίθανων ματιών (αυτών του πρωταγωνιστή), της υπέροχης μουσικής και της δύναμης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας: ο ήρωας, παρότι πλήγεται διαρκώς από όλα τα δεινά, και μάλιστα σε μικρή ηλικία, έχει μέσα του έναν προσωπικό κώδικα ηθικής και δύναμης τον οποίο ακολουθεί μέχρι τέλους και δεν τον προδίδει. Σαν τους ήρωες των παιδικών του χρόνων, τους Τρεις Σωματοφύλακες, που ποτέ δεν έμαθε το όνομα του τρίτου, ακολουθεί τη δική του φιλοσοφία ζωής και αντιστέκεται στη φθορά, που πολλές φορές, φαντάζει και ως μόνη διέξοδος.

Αν θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ταινία αυτή έχει ένα κάποιο happy end, όπως πολλοί της απέδωσαν με απαξία, αυτό δεν έχει να κάνει ούτε με το τέλος της ούτε με το love story που διαδραματίζεται. Έχει να κάνει με το ότι ο ήρωας δεν έχασε στιγμή την πίστη στη δική του αλήθεια και αυτή η πίστη του ανταπέδωσε τη χάρη δείχνοντάς του το δρόμο προς τη δική του αυτοεκπλήρωση, ανεξάρτητα από χρήματα, αγάπη ή φήμη.

Επειδή τελικά αυτό το μέσα μας είναι πολύ σημαντικότερο από τους εξωγενείς παράγοντες.




Τετάρτη 11 Μαρτίου 2009

So Real

Σουρεάλ ημέρα η σημερινή.

Από το πρωί ξεκίνησα ειδική διατροφή που υποτίθεται θα μου βοηθήσει το μεταβολισμό. Ξύπνησα στις 7, που για τα δεδομένα μου είναι χάραμα, και άρχισα να μαγειρεύω ρύζια, να ζυγίζω ακτινίδια και γαλοπούλες και να πακετάρω τοστ για να τα πάρω μαζί στο γραφείο. Πρώτη φορά έφυγα από το σπίτι με τσάντα τόσο γεμάτη φαγητά.

Κατάφερα να φτάσω κέντρο γύρω στις 11.30, αφού ταλαιπωρήθηκα οικτρά να παρκάρω. Μετά τη διακοπή της λειτουργίας του Μετρό στο τμήμα Εθνική Άμυνα-Αεροδρόμιο, οι περιοχές από Χαλάνρι, Βριλήσσια και έως Χολαργό μοιάζουν απαγορευμένες για οποιαδήποτε δραστηριότητα με το αυτοκίνητο: κίνηση, παρκαρισμένα τροχοφόρα ΠΑΝΤΟΥ και ελπίδες που σβήνουν ότι θα βρεθείς στην ώρα σου στη δουλειά. Άλλα με κάτι τέτοια ασκείς το ΖΕΝ καλύτερα από βουδιστή μοναχό.

Η δουλειά σήμερα θα με έφερνε στον Πειραιά. Αντίθετα με τους φόβους μου, ο ΗΣΑΠ λειτουργούσε κανονικά. Δεν το τζόγαρα, βέβαια, και πήρα τηλέφωνο στα κεντρικά, νούμερο που βρήκα στο ίντερνετ. Το σήκωσε ο Κλασσικός Έλληνας Άντρας Δημόσιος Υπάλληλος: φωνή άξεστη και συνάμα μειλίχια μέχρι να ζητήσεις τι θέλεις και όταν διαπίστωσε ότι ήμουν "άλλη μία από αυτές τις κουραστικές που ρωτάνε για το αν λειτουργούν τα τρένα" μόνο που δεν μου έκλεισε το τηλέφωνο στα μούτρα. Προφανώς τον απέσπασα από το Solitaire (πασιέντζα) που έπαιζε και πήγαινε για ρεκόρ.

Στον Πειραιά διαπίστωσα ότι
α) οι περιπτερούδες χαμογελούν όταν τους ρωτήσεις μια πληροφορία, αντίθετα με την Αθήνα που μπορεί και να τα πάρουν που τολμάς και ρωτάς χωρίς να αγοράσεις κάτι, β) ο κόσμος δεν περπατάει τόσο γρήγορα, σε σημείο που η ιθαγενής Αθηναία να αναρωτιέται γιατί εδώ δεν βιάζονται και γ) τα πλοία είναι πάντα εκεί και περιμένουν να επιβιβαστείς για να σε πάνε βαρκάδα στην ασημένια θάλασσα. Τους αρνήθηκα με πόνο ψυχής και στομαχιού, από το πολύ φαγητό. Η διατροφή επιβάλει γεύματα κάθε τρεις το πολύ ώρες.

Κάπως έτσι για πρώτη φορά στη ζωή μου, έβγαλα ταπεράκι με σαλάτα σε δημόσιο χώρο, όταν διαπίστωσα ότι χρονικά δεν με έπαιρνε να γυρίσω στο γραφείο για να φάω το τέταρτο γεύμα της ημέρας.
Πριν το ταπεράκι, και ενώ καθόμουν χαλαρή σε ένα παγκάκι της Πλατείας Οδησσού, περιμένοντας τον Μ.Κ. να πάρει και αυτός κάτι από το περίπτερο για να φάει το κύριο γεύμα του, πλησίασε ένας κύριος. Μπήκε δια της βίας στο οπτικό πεδίο μου, κόβοντας το βλέμμα μου που είχε αφαιρεθεί στους παρακείμενους εξωτικούς πωλητές τσαντών-μαϊμούδων. "Θέλεις να σου κάνω παρέα, μωρό μου;" ρώτησε με απροσδιόριστη φωνή που βγήκε από ένα μεθυσμένο ; μαστουρωμένο; λαρύγγι, σε αρκετά ψηλό τόνο. Αφηρημένη καθώς ήμουν απάντησα στον ίδιο τόνο (απορώ πώς, μαστουρωμένη δεν ήμουν και η διατροφή δεν επιτρέπει αλκοόλ) πέταξα ένα βροντερό "ΟΥΟΧΙ", τόσο έντονο που ο κύριος έφυγε παρέα με την μπύρα του χωρίς να επιμείνει.Καθαρές εξηγήσεις.

Μέσα σε ένα λεπτό με είχε πλησιάσει η οδοκαθαριστής του Δήμου Πειραιά, κυρία γύρω στα 50, ευτραφής, ντυμένη στα μαύρα, τύπου Μαριζώ από το "Για όλα φταίει το Γκαζόν" που θα μπορούσες να την πεις και αδελφή μούτσου που της αρνήθηκαν το μπαρκάρισμα και είπε να βάλει τάξη στο λιμάνι.
"Τι σου είπε αυτός;"
ρώτησε με μαγκιόρικη φωνή.
"Με ρώτησε αν θέλω παρέα και του είπα όχι" απάντησα .

"Δεν του είπες να πα να γαμηθεί;" με επέπληξε σαρώνοντας τα αποτσίγαρα κάτω από το παγκάκι αλλά αφήνοντας ένα κάρο σκουπίδια πίσω από αυτό.

Πριν αρχίσω να αναρωτιέμαι ποιός θα μου μιλήσει στη συνέχεια ήρθε ο Μ.Κ. και άνοιξε αυτός τα Doritos και εγώ το τάπερ με τη σαλάτα.Αρχίσαμε να τρώμε με θέα το Βιομηχανικό Επιμελητήριο με τα άσπρα μάρμαρα και τους μαύρους μικροπωλητές μπροστά του σε τέλεια χρωματική αντίθεση, χωρίς να μπορώ να αποφύγω τη σκέψη ότι σήμερα ήμουν κομπάρσος σε κάποια συμπαντική ταινία τύπου Delicatessen.

Ο πρωταγωνιστής στο επόμενο σκετς ήταν επιβάτης του ΗΣΑΠ προς Αθήνα, μεσήλικος κύριος, φορτωμένος με σακούλες σουπερμάρκετ, που ξεκίνησε με το να ζητάει ψιλά για να βγάλει το εισητήριο να επιστρέψει Πύργο Ηλείας και κατέληξε να χαρίζει στους τρεις μαύρους μικροπωλητές (όχι ίδιους με την Πλατεία Οδησσού),που κάθονταν δίπλα του, ένα πράγμα τύπου μερέντας-So Real νομίζω έγραφε, αλλά καρκινογόνο, όπως ισχυρίστηκε. Μεταξύ άλλων μάθαμε α) ότι έχει πολύ καιρό να πάει με γυναίκα, β) ότι είχε έναν cousin (προφέρεται κουζίν) στο Καμερούν, γ) ότι φορούσε σκουλαρίκι όταν ήταν νέος αλλά τώρα το έβγαλε, δ) ότι "if you buy a shop in Omonoia is only 3-5 euros" (σ.τ.Μ. "αν το πάρεις από μαγαζί στην Ομόνοια κάνει 3-5 ευρώ") και ε) "a hotel for one night is 50 euros" (σ.τ.Μ. "το δωμάτιο ξενοδοχείου κοστίζει 50 ευρώ"). Ο ρόλος του κράτησε ως το Μοναστηράκι που αφού μας χαιρέτησε (όλο το βαγόνι)έκανε τη θεαματική του έξοδο για να αλλάξει και να πάρει Μετρό για Αμπελόκηπους.

Η υπόλοιπη ημέρα μου είχε ένα τοστ,κάτι δαμάσκηνα, γιαούρτι και πονοκέφαλο, που ήρθε σαν το Johnie Walker, με τη δύση του ηλίου, για να μου αποκόψει κάθε υπόλοιπο συνείδησης και να με ρίξει στο κρεβάτι με παράδοξα όνειρα.

Καλή νύχτα Τζών Μπόυ.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2009

Αmadeus σημαίνει "ο αγαπημένος των θεών"

Είναι ένα από τα τελευταία βράδια του ταξιδιού μου στο Λονδίνο. Μαζί με τρεις φίλους μπαίνουμε στο μετρό για να βρούμε τους υπόλοιπους της παρέας που μας περιμένουν σε προκαθορισμένο σημείο.

Για μια ακόμη φορά στα δαιδαλώδη στενά του Υπογείου των σταθμών, μουσική έρχεται απρόσκλητη αλλά ευπρόσδεκτη στα αυτιά μας. Ηλεκτρική κιθάρα για την ακρίβεια, σε γλυκιά και οικεία μελωδία. Το μυαλό χάνεται κι αυτό στο δικό του λαβύρινθο προσπαθώντας να αναγνωρίσει το κομμάτι, το έτος, να προσδιορίσει το συναίσθημα μελαγχολίας και νοσταλγίας.



Η μουσική και η μυρωδιές είναι, ο πιο γρήγορος δρόμος για να ταξιδέψει κανείς μέσα στο χρόνο. Είτε προς τα πίσω είτε προς τα μπροστά. Η πιο ισχυρή χρονομηχανή.

Γρήγορα βρέθηκα στο Τότε. Σε Εκείνο το Πάσχα, που αγόρασα μια διπλή συλλογή βινυλίου, με κόκκινο, μάλλον κακόγουστο, εξώφυλλο και τίτλο "αυτές είναι οι επιτυχίες σήμερα", εξαργυρώνοντας το χρηματικό ποσό-δώρο της νονάς μου ή το χαρτζιλίκι μου-δεν μπορώ πια να θυμηθώ με ακρίβεια και δεν έχει και καμία σημασία άλλωστε.

Έφηβη Σε σχεδόν μόνιμη κατάθλιψη, καινούργια στον κόσμο των αισθημάτων και των αισθήσεων, μόνη και μπλεγμένη. Τα αγόρια σαν δυσνόητο παζλ, οι φιλίες σαν σκακιέρα, το μέλλον θολό, πολύ μακριά, κι ο εαυτός μου εξίσου άγνωστος. Να ακούω κρυφά στο στερεοφωνικό του μεγαλύτερου αδελφού μου τους λίγους δίσκους, που με καμάρι αποκτούσα σιγά-σιγά, φιλοδοξώντας να φτάσω τον αριθμό αυτών που είχε εκείνος. Μάλιστα τους υπέγραφα στο εξώφυλλό με το αδέξιο μονόγραμμα μου κάνοντάς τους κομμάτι της συλλογής και της προσωπικότητάς μου.

Το Etude, ήταν στο δεύτερο δίσκο της συλλογής. Η μελωδία ταίριαξε απόλυτα με τα συναισθήματα, τα χρώματα και τις εικόνες του τότε μου. Μελαγχολική, απλή και κυκλωτική. Εικόνες από βόλτες με τους τότε φίλους, τον τότε εφηβικό μου έρωτα, μυρωδιές από τις πασχαλιές που ήταν γεμάτα τα σπίτια, ο χαρακτηριστικός καιρός του Απριλίου- τρυφερή δροσιά τις ανοιξιάτικες νύχτες και πίσω από αυτές να παραμονεύει το κρύωμα ή οι αλλεργίες- σε κλάσματα δευτερολέπτου στο μυαλό μου υπερνίκησαν το Τώρα και μου έδωσαν ένα γερό κέντρισμα νοσταλγίας.


Αλλά η Εικόνα μπροστά μου δεν με άφησε για πολύ Εκεί. Η ματιά μου Τώρα έπεσε στον άνθρωπο που έπαιζε τη μουσική που με ταξίδεψε: ένας νέος άντρας με το ένα από τα δύο χέρια του κομμένο στον καρπό.



Δεν πρόλαβα να αντιδράσω πριν η μεγάλη κυλιόμενη σκάλα με αρπάξει προς τα επάνω. Σοκαρίστηκα. Όχι για την αναπηρία. Αλλά γιατί το αγαπημένο κομμάτι που γέμιζε το χώρο με τις νότες του ήταν σαν να το εκτελούσε όχι απλά κάποιος αρτιμελής αλλά και ταλαντούχος.
Συνήθως δίνω χρήματα στους μουσικούς του δρόμου. Δεν τους θεωρώ ζητιάνους, μα αυτό που είναι: καλλιτέχνες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, που οι αναμνήσεις ήρθαν να χτυπήσουν με φόρα στον τοίχο του παρόντος και να λιώσουν σαν διαλυμένο μπαλόνι γεμάτο με κόκκινο χρώμα, η μόνη μου αντίδραση ήταν να περπατήσω μηχανικά μπροστά. Όταν άρχισα να ψάχνω την τσάντα μου για ψιλά ήμουν ήδη αρκετά μακρυά από το μουσικό. Σχεδόν σκεφτόμουν να γυρίσω πίσω, όταν με ανακούφιση είδα ότι τουλάχιστον ο Μ. είχε καλύτερα αντανακλαστικά από μένα και ήδη έδινε τα ψιλά του στον άξιο πιλότο της χρονομηχανής μου.



Ημέρες μετά, πίσω στην Αθήνα, χωρίς ακόμα να έχουν ξεθωριάσει οι εικόνες από το πρόσφατο ταξίδι μου και δέσμια της ίωσης, γρίπης ή κρυολογήματος, ό, τι τελοσπάντων είναι αυτό που με έχει νικήσει τα τελευταία εικοσιτετράωρα, είπα να αφεθώ σε κάτι που αρνούμαι πεισματικά εδώ και πολύ καιρό: τηλεόραση.

Αρχίζω βαριεστημένα το zapping και πέφτω σε μια "γνώριμη" εικόνα στο κανάλι της Βουλής. Δύο άντρες με νυχτικά εποχής και κηροπήγια να χτυπούν επίμονα μια ξύλινη πόρτα φωνάζοντας "seniore Salieri, open the door!". Και στο μυαλό μια αστραπή: είναι το Amadeus του Milos Forman.

Σχεδόν μόνιμα ερωτευμένη με τον ηθοποιό που ενσάρκωσε το Μότσαρτ (Tom Hulc), με πραγματική λατρεία για τη μουσική του συνθέτη, από τότε που πρωτοείδα την ταινία μόνη μου στο σινεμά, δεν μπορώ να αντισταθώ και να μην την ξαναδώ... Εποχής, συναισθηματική, άψογης πλοκής και καταπληκτικών ερμηνειών. Περνάω περίπου 160 λεπτά παραδομένη για μια ακόμη φορά στην πλοκή της και ξαναβρίσκοντας τους ήρωές της σαν παλιούς αγαπημένους φίλους.

Αλλά ο χρόνος είναι ένα ζευγάρι γυαλιά που κάθε φορά αλλάζει την οπτική σου αφού, μοιραία, συνήθως, αλλάζει και ο βαθμός μυωπίας ή πρεσβυωπίας σου, κατά περίπτωση...
Κι έτσι, αυτή τη φορά, έπιασα τον εαυτό μου να συμπονώ περισσότερο από ποτέ τον πραγματικό πρωταγωνιστή της ταινίας: τον Σαλιέρι. Το μοχθηρό ανταγωνιστή που ομολογεί τη δολοφονία της ιδιοφυΐας και επιχειρεί να αυτοκτονήσει στην αρχική σκηνή του έργου. Τον άνθρωπο που έδωσε την ψυχή του για τη μουσική και όμως ποτέ δεν έφτασε τις θεϊκές μελωδίες του παιδιού-θαύματος.

Γιατί ήταν μια "χρυσή μετριότητα", όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει τον εαυτό του στο τέλος της ταινίας. Τίποτα άλλο από αυτό.

Και είναι τόσο δύσκολο να υπηρετείς μια τέχνη, μοχθώντας και λατρεύοντάς την, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή θα έχεις την υστεροφημία που θα σε κάνει αθάνατο. Ελπίζοντας ότι μπορείς να κάνεις τη Διαφορά. Και πόσο σκληρό είναι να αναγνωρίζεις αυτή την ιδιοφυΐα σε άλλους ενώ ποθείς να την έχεις εσύ, ενώ κοπιάζεις με όλες σου τις δυνάμεις γι΄αυτήν. Πόσο πικρή γεύση έχει ο αγώνας όταν κάποιος δίπλα σου έχει απλά το Χάρισμα και ποτέ δεν χρειάστηκε, ίσως, να παλέψει όσο εσύ για να φτάσει στο ίδιο ή και σε ανώτερο σημείο και να σε αφήσει πίσω ασθμαίνοντας.


Σκέφτηκα όλους αυτούς τους ανώνυμους υπηρέτες: μουσικούς, χορευτές, ζωγράφους. Σκέφτηκα πόσοι λίγοι τελικά αφήνουν ιστορία...
Σκέφτηκα τους περισσότερους από εμάς...


Κι ύστερα το μυαλό μου πήγε πάλι σε Εκείνον. Τον καλλιτέχνη στο μετρό του Λονδίνου...Που δεν είναι ο μεγάλος ερμηνευτής που θα γράψει το όνομά του στο πάνθεον των μουσικών. Δεν είναι ο διεθνώς αναγνωρισμένος κιθαρίστας που θα αφήσει εποχή, χωρίς πλούτη και δόξα.

Κι όμως, η μουσική του έκανε την ψυχή μου να πετάξει σ' αυτό που ήμουν και σ' αυτό που είμαι. Αυτό δεν είναι μαγικό;

Τι σημασία έχει τελικά το αν θα γίνεις το μεγαλύτερο αστέρι όταν το φως σου μπορεί να φωτίσει τις ψυχές έστω και μερικών περαστικών μια τυχαία νύχτα; Τι σημασία έχει αν η υστεροφημία θα σε κάνει αθάνατο στο πέρασμα του χρόνου; Μήπως και η αθανασία, δεν είναι μια σχετική έννοια;

Η τέχνη σε διαλέγει, δεν την διαλέγεις. Το τι μπορείς να κάνεις με αυτή είναι ζήτημα γονιδίων, συγκυριών, ευκαιριών και χαρακτήρα. Σαν υπηρέτης της, οφείλεις να της δώσεις ό, τι καλύτερο διαθέτεις. Την αγάπη, την αφοσίωση, το μόχθο σου. Κι εκείνη θα σου δώσει τη γαλήνη της δημιουργίας, τη δυνατότητα της αυτοέκφρασης, ακόμη κι αν είσαι μια χρυσή μετριότητα.

Η στιγμή που η ψυχή σου βγαίνει προς τα έξω, όπως και αν γίνεται αυτό, με καλλιτεχνική ή όχι αξία, είναι εξ ορισμού μαγική. Με κάποιο τρόπο η μετουσίωση της ενέργειας φτάνει Κάπου. Εκείνη τη στιγμή είσαι κι εσύ "αγαπημένος των θεών". Τώρα αν θα φτάσει να ζεστάνει, να διασκεδάσει, να προβληματίσει, να ταξιδέψει μια καρδιά, ένα μυαλό ή χιλιάδες δεν έχει τελικά τόση σημασία.

Το ταξίδι από το μέσα της στο έξω και στην ψυχή των άλλων είναι η μεγαλύτερη ανταμοιβή.




η φωτογραφία είναι του Μ.
τον ευχαριστώ πολύ και γι' αυτό

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

Spring Hit

Ανοιξιάτικη ημέρα ξημέρωσε και με βρήκε πάλι άσχημα κρυωμένη.

Κάνω παράξενες σκέψεις, ότι μάλλον ο οργανισμός μου το θέλησε για να ξεκουραστώ μετά το ξεπάτωμα των ημερών στο Λονδίνο. Ο οργανισμός μου το θέλησε, εγώ δεν το θέλησα.
Πώς γίνεται αυτή η απόσχιση;

Είναι φορές που σηκώνομαι από το κρεβάτι και ακούω μέσα μου ένα τραγούδι, σαν να έχει πατήσει το play αυτός ο άλλος μου εαυτός, αυτός που αποφασίζει να παραδοθεί στον εκάστοτε ανόητο ιό του κρυολογήματος, αυτός που μου βάζει όρια εκεί που λέω ότι θα πετάξω, αυτός που είναι σοφότερος από μένα, μάλλον...

Σήμερα ξύπνησα με αυτό.




Τριγυρνάει διαρκώς στα αυτιά μου και στο μυαλό μου.
Γαργαλάει τον ταλαιπωρημένο μου λαιμό.
Γαληνεύει απαισιόδοξες σκέψεις και τυχόν γκρίνια.

Μακάρι να το είχα στο κινητό για να το ακούω ξανά και ξανά πηγαίνοντας στη δουλειά. Αλλά έτσι κι αλλιώς, η μελωδία του, σαν το θεραπευτικό χαπάκι, παίζει στο repeat στο κεφάλι μου.


Η Άνοιξη είναι έξω από το παράθυρό μου, μεταμφιεσμένη σε μυρωδάτη μελαγχολία, ακόμα και αν τυπικά οι απόκριες έχουν φύγει. Κάθε φορά που έρχεται την αναγνωρίζω πρώτα στο μέσα μου, που αντιδράει διαφορετικά απ' ότι περιμένω.
Αυτή τη φορά επέλεξε να με κρατήσει λίγο πίσω. Να μου κλείσει τη μύτη για να χαρώ τις μυρωδιές της μετά με ευγνωμοσύνη. Να μου κάνει έκπληξη με τις εναλλαγές της για να μου θυμίσει ότι "τα πάντα ρει", που έλεγε ο Ηράκλειτος και η Μαμά μου, όποτε με βλέπει "κάπως".

Ας είναι αυτή η Άνοιξη γεμάτη μελωδίες σαν αυτή που με συντροφεύει από τα σημερινά μου όνειρα.

Θα είναι.


lift me – lift me from the ground
and don´t ever put me down – oh no
and don’t pick a fight with me
just flip a coin my love – you’ve won

oh Love – slips her hand inside my hand
oh Love – slips her hand inside my hand
I don´t care if you don’t want me
I’m yours – I’m yours right now

our years – are years well spent
we may never find out where they went – oh no
and I don’t mean to fight with you
now all our troubles and all our struggles they are through

oh Love – slips her hand inside my hand
oh Love – slips her hand inside my hand
I don´t care if you don’t want me
I’m yours – I’m yours right now

the wolf and the fox
they’re sleeping soundly with the elk and the ox
there’s a starry field around
this lowlit kingdom
where all our defences are down

oh Love – slips her hand inside my hand
oh Love – slips her hand inside my hand
I don´t care if you don’t want me
I’m yours – I’m yours right now

Wrecked, poor, naked and blind
I’m yours – I’m yours -right now

p.s.it photo by Laurie York, "ah Spring!", flickr

Τρίτη 3 Μαρτίου 2009

Γυάλινη Σφαίρα

Έχω λούσει το κεφάλι μου και δεν το έχω στεγνώσει.

Θα πέσω να κοιμηθώ και θα έρθουν να φωλιάσουν πάνω του σαν το ζευγάρι των καναρινιών στο καφέ στο στενό της Oxrford Street, τον Τσίκο και την Τσίκα, όλες οι άτακτες εικόνες, οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι δονήσεις, οι δικές μου και των συνοδοιπόρων μου, του ανώνυμου άγνωστου πλήθους που μιλάει μια άλλη γλώσσα που τόσο καλά γνωρίζω, σα δεύτερη πατρίδα.

Θα γίνει απολογισμός της μουσικής της κάθε ημέρας, της κάθε γης του καθενός απ' όλους μας.

Θα έρθει η στέρηση και, με τον καιρό, το κέντρισμα της νοσταλγίας για τα όσα μοιράστηκα.

Θα περάσουν οι πληγές από τα αγκάθια τους και τα δικά μου και θα δεχτούμε ότι απλά το μόνο που θέλαμε ήταν να έρθουμε κοντά ο ένας στον άλλον για να προφυλαχτούμε από την υγρασία και το κρύο. Άλλωστε, αυτό δεν θέλουμε οι άνθρωποι πάντα; Να ζεσταθούμε;Γεννιόμαστε και πεθαίνουμε με το Δίλημμα του Σκαντζόχοιρου:παρά την καλή θέληση, η ανθρώπινη οικειότητα δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς αμφίδρομη βλάβη.


Θα θυμηθώ και τις προθέσεις μου και τις διαθέσεις μου πριν φύγω γι αυτό το ταξίδι. Θα με δω μια τυπική Ελληνική, ηλιόλουστη ημέρα να περπατάω στο Σύνταγμα. Να ξεστρατίζει το μυαλό μου για λίγο από την πορεία του και τις καθημερινές σκέψεις
και να χαζεύει τους τουρίστες , καρτερικά και πολλές φορές επικριτικά, να ψωνίζουν γυάλινες σφαίρες με τον Παρθενώνα, τσολιαδάκια και μαρκησίες από τα περίπτερα της πλατείας ."Τι τις θέλουν αυτές τις βλακείες"...ένα κάρο χρήματα δίνουν για πράγματα που θα πεταχτούν μια μέρα στα σκουπίδια" να σκέφτομαι και να προχωράω στη δουλειά και τη ζωή του ιθαγενή που δεν έχει χρόνο να δείξει ενσυναίσθηση και κατανόηση στους τουρίστες.

Κι όμως, με μια γυάλινη σφαίρα με νερό και χιονάκι γίνεσαι ο θεός του Καιρού. Την βάζεις στον Ήλιο και έχει λιακάδα. Την κουνάς και χιονίζει. Την αφήνεις ήρεμη σε μια σκιά και έχεις μια μουντή ημέρα. Και με φόντο το παράθυρό σου όταν βρέχει, έχεις μια τυπική Λονδρέζικη ημέρα.

Ο θεός του Λονδίνου αποφάσισε ότι για τις μέρες που μας πέρασαν, για τις ημέρες που ήμουν εκεί θα έβαζε τη σφαίρα του να λούζεται στον ήλιο. Δεν θα την κουνούσε καθόλου για να δείξει ότι δεν υπάρχουν αυτά τα "τυπικός αγγλικός καιρός".

Στη δική μου σφαίρα είχα αποφασίσει να μην είμαι τυπική Ελληνίδα τουρίστρια. Να μην φωνάζω τις ελληνικές μου συλλαβές στο δρόμο, με την ασφάλεια ότι ένα μεγάλο μέρος δεν καταλάβαινε. Να μην ξεχυθώ λυσσασμένα στην Oxford Street και να ξοδέψω ότι στερλίνα είχα και δεν είχα σε ψώνια που λίγο πολύ μπορώ να τα κάνω και εδώ. Να είναι αυτή η τρίτη μου φορά στο Λονδίνο διαφορετική.

Προσπάθησα. Δεν πήρα χάρτες. Δεν αγόρασα οδηγούς. Θέλησα απλά να πάω σε μερικά ακόμα νέα μέρη που δεν είχα δει, να κάνω όσα δεν είχα κάνει: τα ανάκτορα, μερικά πάρκα, άλλες γειτονιές, ένα θέατρο, μουσεία που είχαν μείνει (και ποτέ δεν τελειώνουν).Να δώσω χρώμα σε άλλη μία περιοχή στον ασπρόμαυρο χάρτη της πόλης μέσα μου μέχρι κάποια στιγμή να είναι όλος χρωματιστός. Πέρασα και από μέρη που είχα ξαναπάει. South Bank και η συγκίνηση ήταν απίστευτη. Βγαίνοντας από το σταθμό Waterloo και αντικρύζοντας τη θέα του Κλασσικού Λονδίνου, το London Eye, το Big Ben, τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Πέτρου, στα συναισθήματα του τρέχοντος ταξιδιού μου προστέθηκαν αυτά που είχα νοιώσει την πρώτη και τη δεύτερη φορά που ήμουν εκεί. Και τα πρόσωπα των ανθρώπων που είχα δίπλα. Και εκείνη που ήμουν τότε. Όλα σε μια έντονη σαλάτα που σπίνταρε το στομάχι μου και την καρδιά μου σε ρυθμούς έρωτα.

Αφέθηκα, όπως κάθε φορά, στην πόλη να με πάει όπου εκείνη θελήσει. Και τελικά, δεν με ενδιέφερε καθόλου το πώς θα είμαι.Το τελευταίο οχυρό μου έπεσε όταν μπήκα στο μαγαζί με τα τουριστικά, στην πλατεία, που το μόνο ερωτικό που έχει είναι αυτό το μοναχικό άγαλμα του Έρωτα να σημαδεύει αλόγιστα (όπως πάντα) ανύποπτους περαστικούς. Ίσως ήταν αυτός ο θεός που απελευθέρωσε το Παιδί και τον Τουρίστα μέσα μου. Τα κουκλάκια-Σκωτσέζοι, οι Φρουροί των Ανακτόρων και οι Γυάλινες Σφαίρες με το Μπιγκ Μπεν, την Γέφυρα του Λονδίνου, τα κόκκινα χαρακτηριστικά λεωφορεία, τα στυλό και οι καρτ ποστάλ με τον Κάρολο και την Καμίλα, οι μπλούζες με τα στρας και το σιδερότυπο της Νταϊάνα παρέλασαν μπροστά μου σαν κάτι το απίστευτο και το εξαιρετικό. Με φρενίτιδα ελληνική γέμισα την τσάντα μου με ό,τι χαζό και άχρηστο βρήκα διασκεδάζοντας με τον εαυτό μου και την ποικιλία των εθνών στο μαγαζί.

Γύρισα φορτωμένη εικόνες, συναισθήματα, κιλά, (μιας και το "πρόχειρο" φαγητό πλέον εκεί είναι εξαιρετικό και όχι ακριβότερο από την Αθήνα μας), φωτογραφίες, μυρωδιές και σκέψεις και αναμνήσεις. Το Αυτό έχει επικρατήσει του Εγώ και του Υπερεγώ μου και θέλω να κοιμάμαι διαρκώς αναβάλλοντας την προσαρμογή στην Αθηναϊκή μου ημέρα. Τουλάχιστον πλέον θα έχω επιείκεια για τον ενθουσιασμό των επισκεπτών της Ελλάδας και ιδίως για αυτούς που ψωνίζουν τσολιαδάκια από τα περίπτερα και φοράνε φέσια στην Πλάκα.

Τα ταξίδια είναι άλλος ένας τρόπος για να λειάνει κανείς το μέσα του σε διαφανές και ανθεκτικό μετάξι, που πάνω του μπορείς να δεις τη ψυχή, τη δική του και του κόσμου. Κοιτώντας αυτούς τους διαφορετικούς τόπους και ανθρώπους δεν μπόρεσα να μην κάνω την παράξενη σκέψη ότι έχω ζήσει μέσα από όλους και ότι και αυτοί ζουν μέσα από μένα. Γιατί πονάς, γελάς, χορεύεις, τρέχεις στη δουλειά, βγάζεις το σκύλο σου βόλτα, αγχώνεσαι όπως και αυτοί, κάπου αλλού σε ένα άλλο γεωγραφικό πλάτος και μήκος. Και η ψυχή είναι πάνω από μήκη και πλάτη και γλώσσες και συνήθειες.

Το ριζόχαρτο μέσα μου ανυπομονεί για το επόμενο ταξίδι.
Και του λείπουν ήδη οι συνταξιδιώτες του...